ΨΕΥΔΟΣ
Από τον σίδηρο και την πέτρα γεννάται η φωτιά, και από την πολυλογία και τα ευτράπελα το ψεύδος. Το ψεύδος είναι εξαφάνισης της αγάπης και η επιορκία άρνησης του Θεού.
Κανείς συνετός άνθρωπος μη θεωρεί μικρό το αμάρτημα του ψεύδους, διότι το Πανάγιον Πνεύμα εξέδωσε εναντίον του την πιο φοβερή απόφαση: « Άπολεῖς πάντας τοὺς λαλούντας τὸ ψεύδος» όπως λέγει ο Δαβίδ προς τον Θεόν. Και εάν συμβή αυτό, τι πρόκειται να πάθουν εκείνοι πού συρράπτουν επί πλέον το ψεύδος με τους όρκους;
Γνώρισα μερικούς που καυχώνται για τα ψεύδη τους. Αυτοί κατόρθωσαν και έκαναν τους άλλους να γελούν με τις αστειότητες και τις αργολογίες τους, και έτσι εξαφάνιζαν ελεεινά το πένθος των μοναχών πού τους ακροάζονταν.
Όταν ιδούν οι δαίμονες ότι, μόλις αρχίσει ο άθλιος ομιλητής να διηγείται τα ευτράπελα, προσπαθούμε να φύγομε σαν από λοιμώδη ασθένεια, επιχειρούν να μας παρασύρουν με δύο απατηλούς λογισμούς: «Μη λυπήσεις τον ομιλητή», μας συμβουλεύουν, ή «μη θέλεις να φανείς πιο ευλαβής από όλους τους άλλους»! Φεύγε αμέσως, μην αργοπορήσεις∙ ειδεμή στην ώρα της προσευχής θα σου έρχονται στον νου αστεία. Και όχι μόνο να φεύγεις, αλλά και να διαλύεις με ευσεβή τρόπο το «πονηρόν συνέδριον», φέροντας στο μέσον την μνήμη του θανάτου και της Κρίσεως. Είναι καλύτερο ίσως να σε βρέξουν μερικές σταγόνες κενοδοξίας, προκειμένου να γίνεις πρόξενος ωφελείας σε τόσους.
Η υποκρισία είναι πολλές φορές μητέρα και αιτία του ψεύδους. Τίποτε άλλο, λέγουν μερικοί, δεν είναι η υποκρισία, παρά μελέτη και δημιουργός του ψεύδους πού έχει μαζί της συμπλεγμένο τον ένοχο και άξιο τιμωρίας όρκο. Αυτός πού απέκτησε τον φόβο του Κυρίου, αποξενώθηκε από το ψεύδος, διότι έχει μέσα του ως αδέκαστο δικαστή την συνείδησή του.
Όπως σε όλα τα πάθη, έτσι και στο ψεύδος παρατηρούμε διαφορά ως προς την πνευματική βλάβη πού προξενεί. Επί παραδείγματι: Διαφορετική είναι η ενοχή ενός πού ψεύδεται από τον φόβο της τιμωρίας, και διαφορετική όταν δεν υπάρχει κίνδυνος. Άλλος πάλι είπε ψεύδος χάριν της τρυφής, άλλος χάριν της φιληδονίας, κάποιος για να κάνη τους άλλους να γελάσουν και άλλος για να επιβουλευθεί και κακοποιήσει τον αδελφό του.
Με τις τιμωρίες των κοσμικών αρχόντων το ψεύδος μειώνεται πολύ. Με το πλήθος όμως των δακρύων της κατανύξεως, εξαφανίζεται ολοσχερώς. Ο δαίμων πού μας προτρέπει στο ψεύδος προφασίζεται διαφόρους «οικονομικούς» λόγους και έτσι παρουσιάζει σαν μεγάλη αρετή αυτό πού αποτελεί απώλεια της ψυχής. Εκείνος πού πλάθει ψεύδη παρουσιάζεται ότι μιμείται την Ραάβ, η οποία χρησιμοποίησε το ψεύδος, για να σώσει τους κατασκόπους του Ισραήλ, και νομίζει ότι με την ιδική του απώλεια προξενεί σωτηρία στους άλλους.
Όταν καθαρισθούμε τελείως από το πάθος του ψεύδους, τότε, σε μία εξαιρετική περίστασή, ας το χρησιμοποιήσομε, αλλά και πάλι με φόβο. Το νήπιο δεν γνωρίζει το ψεύδος. Ομοίως και η ψυχή πού δεν έχει πονηρία. Εκείνος πού ευφράνθηκε από τον οίνο και μέθυσε, θα ομολογήσει ακουσίως κάθε αλήθεια. Και εκείνος πού εμέθυσε από την κατάνυξη, δεν θα μπορέσει να ψευσθή.
Πηγή: Κλίμαξ, Εκδόσεις: Ιερά Μονή Παρακλήτου.